Γράφει ο Σεφέρης για την παράδοση το 1974: «…το πράγμα που με βοήθησε, περισσότερο από κάθε άλλο, δεν ήταν οι αφηρημένοι στοχασμοί ενός διανοούμενου, αλλά η πίστη και η προσήλωσή μου σ’ έναν κόσμο ζωντανών και περασμένων ανθρώπων, στα έργα τους, στις φωνές τους, στο ρυθμό τους, στη δροσιά τους. Αυτός ο κόσμος, όλος μαζί, μου έδωσε το συναίσθημα πως δεν είμαι μια αδέσποτη μονάδα, ένα άχερο στ’ αλώνι. Μου έδωσε τη δύναμη να κρατηθώ ανάμεσα στους χαλασμούς που ήταν της μοίρας μου να ιδώ» (Δοκιμές, Εκδ. Ίκαρος, Αθήνα). Σήμερα, το 2008, ο κόσμος έχει δει περισσότερους εκπατρισμούς και μαζικές μεταναστεύσεις από όσες έζησε και είδε ο μεγάλος μας ποιητής. Και ενώ συνεχίζουμε να αφομοιώνουμε, σαν υγιής οργανισμός, όλες τις επιρροές του πολύ-πολιτισμικού μας περιβάλλοντος, το αίτημα για τη διατήρηση της παράδοσης προβάλλει εξίσου επιτακτικό.
Παράδοση σημαίνει μνήμη, σημαίνει ταυτότητα, σημαίνει νοηματική συνέχεια ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν. Ο σύγχρονος και παράλληλος στον βίο του Σεφέρη Αγγλο-Αμερικάνος ποιητής Θ. Σ. Έλιοτ δίνει, πολύ νωρίτερα, το 1917, το δικό του στίγμα για την παράδοση, που έμελλε να γίνει κοινή πεποίθηση μιας γενιάς μοντερνιστών: «Η παράδοση είναι θέμα πολύ ευρύτερης σημασίας. Δε μπορεί να κληρονομηθεί, και αν την επιθυμείς πρέπει να την αποκτήσεις με πολύ μεγάλο κόπο. Περιλαμβάνει, κατ’ αρχήν, την ιστορική αίσθηση, την οποία θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε σχεδόν απαραίτητη για οποιονδήποτε θα επέμενε να είναι ποιητής πέραν του εικοστού πέμπτου έτους της ηλικίας του. Και η ιστορική αίσθηση περιλαμβάνει μία αντίληψη ότι το παρελθόν δεν είναι μόνο παρελθόν, αλλά και παρόν». Ο σεβασμός στο παρελθόν και η ψηλάφησή του στο παρόν αποτελούν την παράδοση, της οποίας οι εκφάνσεις είναι ποικίλες. Η λογοτεχνική παράδοση αποτελεί το σύνολο των γραπτών κειμένων που έχουν περάσει από γενιά σε γενιά, στα οποία αποθησαυρίζεται πρώτα η γλώσσα της κοινωνίας, ταυτόχρονα όμως και οι μύθοι της, η συλλογική της φαντασία, οι κοινωνικές της ανησυχίες και οι αισθητικές της αντιλήψεις. Ως τέτοια, η λογοτεχνία καθίσταται τόσο εργαλείο εκπαίδευσης της κοινωνίας όσο και καθρέφτης της. Το λογοτεχνικό κείμενο μπορεί να διδάξει τον αναγνώστη, να τον εξυψώσει από τον εαυτό του, όσο και να τον περιγράψει, να του δείξει τον εαυτό του και την κοινωνία του. Λέμε τελευταία πως στις μέρες μας συμβαίνει συχνότερα το δεύτερο, πως η λογοτεχνία υπόκειται σε εμπορικά κριτήρια, με αποτέλεσμα να αναπαράγει τηλεοπτικά θέματα προς τέρψιν, και όχι διδαχή, των αναγνωστών. Πάντα όμως γράφονται καλά βιβλία, και η εποχή ευνοεί την προσβασιμότητα σε αυτά, τώρα που το διαδίκτυο έχει γίνει από μόνο του μία πύλη σε διάφορες ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες. Και επειδή ζούμε στην εποχή της πληροφορίας, και κάθε πληροφορία είναι χρήσιμη, παραπέμπω τους αγγλομαθείς αναγνώστες σε δύο ιστοσελίδες πλούσιες σε κλασικά φιλοσοφικά και λογοτεχνικά κείμενα, διαθέσιμα ολόκληρα για εκτύπωση και ανάγνωση: www.marxists.org και www.gutenberg.org. Οι μη αγγλομαθείς παραπέμπονται στα βιβλιοπωλεία της χώρας!
Παράδοση σημαίνει μνήμη, σημαίνει ταυτότητα, σημαίνει νοηματική συνέχεια ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν. Ο σύγχρονος και παράλληλος στον βίο του Σεφέρη Αγγλο-Αμερικάνος ποιητής Θ. Σ. Έλιοτ δίνει, πολύ νωρίτερα, το 1917, το δικό του στίγμα για την παράδοση, που έμελλε να γίνει κοινή πεποίθηση μιας γενιάς μοντερνιστών: «Η παράδοση είναι θέμα πολύ ευρύτερης σημασίας. Δε μπορεί να κληρονομηθεί, και αν την επιθυμείς πρέπει να την αποκτήσεις με πολύ μεγάλο κόπο. Περιλαμβάνει, κατ’ αρχήν, την ιστορική αίσθηση, την οποία θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε σχεδόν απαραίτητη για οποιονδήποτε θα επέμενε να είναι ποιητής πέραν του εικοστού πέμπτου έτους της ηλικίας του. Και η ιστορική αίσθηση περιλαμβάνει μία αντίληψη ότι το παρελθόν δεν είναι μόνο παρελθόν, αλλά και παρόν». Ο σεβασμός στο παρελθόν και η ψηλάφησή του στο παρόν αποτελούν την παράδοση, της οποίας οι εκφάνσεις είναι ποικίλες. Η λογοτεχνική παράδοση αποτελεί το σύνολο των γραπτών κειμένων που έχουν περάσει από γενιά σε γενιά, στα οποία αποθησαυρίζεται πρώτα η γλώσσα της κοινωνίας, ταυτόχρονα όμως και οι μύθοι της, η συλλογική της φαντασία, οι κοινωνικές της ανησυχίες και οι αισθητικές της αντιλήψεις. Ως τέτοια, η λογοτεχνία καθίσταται τόσο εργαλείο εκπαίδευσης της κοινωνίας όσο και καθρέφτης της. Το λογοτεχνικό κείμενο μπορεί να διδάξει τον αναγνώστη, να τον εξυψώσει από τον εαυτό του, όσο και να τον περιγράψει, να του δείξει τον εαυτό του και την κοινωνία του. Λέμε τελευταία πως στις μέρες μας συμβαίνει συχνότερα το δεύτερο, πως η λογοτεχνία υπόκειται σε εμπορικά κριτήρια, με αποτέλεσμα να αναπαράγει τηλεοπτικά θέματα προς τέρψιν, και όχι διδαχή, των αναγνωστών. Πάντα όμως γράφονται καλά βιβλία, και η εποχή ευνοεί την προσβασιμότητα σε αυτά, τώρα που το διαδίκτυο έχει γίνει από μόνο του μία πύλη σε διάφορες ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες. Και επειδή ζούμε στην εποχή της πληροφορίας, και κάθε πληροφορία είναι χρήσιμη, παραπέμπω τους αγγλομαθείς αναγνώστες σε δύο ιστοσελίδες πλούσιες σε κλασικά φιλοσοφικά και λογοτεχνικά κείμενα, διαθέσιμα ολόκληρα για εκτύπωση και ανάγνωση: www.marxists.org και www.gutenberg.org. Οι μη αγγλομαθείς παραπέμπονται στα βιβλιοπωλεία της χώρας!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου