Τρίτη 19 Αυγούστου 2008

Crime Fiction


Το καλοκαίρι πάντα ενδείκνυται για την ανάγνωση αστυνομικών μυθιστορημάτων. Λίγο η θάλασσα, λίγο η μεσημεριανή σιέστα, λίγο η γενικότερη χαλάρωση, όλα αυτά κάνουν την ξαφνική δόση αδρεναλίνης που προσφέρει η αστυνομική πλοκή ευεργετική και δροσιστική.

Έτσι μάλλον προέκυψε η πρωτοβουλία αθηναϊκής εφημερίδας να προσφέρει τη σειρά αστυνομικών αφηγημάτων του Γιάννη Μαρή σε βιβλία τσέπης, μία κίνηση που είναι ευπρόσδεκτη για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί φέρνει ανθρώπους που ίσως δε διαβάζουν συχνά λογοτεχνία σε επαφή με το βιβλίο, και δεύτερον, γιατί δικαιώνει το παραγνωρισμένο είδος της αστυνομικής λογοτεχνίας.

Η αστυνομική λογοτεχνία ξεπήδησε μέσα από τη μεγαλούπολη, έπειτα από την εμφάνιση του μητρόπολης, δηλαδή, και των μεγάλων αστικών κέντρων. Είναι λογοτεχνία που αφορά την πόλη, γι’ αυτό και είναι νεότερη από τα άλλα είδη λογοτεχνίας. Εξελίσσεται μαζί με την πόλη, με το αστικό έγκλημα, την κατασκοπεία και τη συνωμοσία που συνοδεύουν τη συνύπαρξη πολλών διαφορετικών πολιτισμών και γλωσσών στους κόλπους της. Άρα, σε πρώτη φάση, εμπεριέχει το φόβο για τον «άλλον», τον «ξένο», τον «ανοίκειο», που κυκλοφορεί οπλισμένος τη διαφορετικότητά του και διασαλεύει την ισχύουσα τάξη.

Το σκηνικό της πόλης ενισχύει την ατμόσφαιρα μυστηρίου: οι ήρωες παραμένουν ανώνυμοι στα πολυσύχναστα κέντρα και φοβισμένοι στα μακρινά προάστια. Ασήμαντοι πλάι στους πολλούς και σημαντικοί στη μοναξιά τους. Είναι όλοι εξίσου ύποπτοι, απομονωμένοι, δύσπιστοι, συνήθως μελαγχολικοί, και συννεφιασμένοι, όπως ο αστικός ουρανός. Οι σχέσεις μεταξύ τους είναι περίπλοκες, αν και τα κίνητρα του εκάστοτε εγκλήματος παραμένουν διαχρονικά σαφή: το χρήμα, η εξουσία, ο υλικός πλούτος, σε συνδυασμό, πιθανόν, με κάποια ωραία ύπαρξη.

Στα πρώτα αστυνομικά μυθιστορήματα θα διέκρινε κανείς ίσως και τη χαλαρή ηθική ως αιτία εγκλημάτων. Στα σύγχρονα αστυνομικά μυθιστορήματα, όπως, για παράδειγμα, στον Ταλαντούχο Κύριο Ρίπλεϋ της Πατρίτσια Χάισμιθ, τρομάζει περισσότερο ο επιβεβλημένος αμοραλισμός παρά το ίδιο το έγκλημα. Στα σύγχρονα αστυνομικά μυθιστορήματα, το έγκλημα δε γίνεται απαραίτητα από ανήθικους ή κακοποιούς, αλλά από ταλαντούχους και πνευματικά εξοπλισμένους ανθρώπους.

Κλασικά, η δομή ενός αστυνομικού μυθιστορήματος χτίζεται πάνω στην ερώτηση «ποιος το έκανε;» (το έγκλημα) και γύρω από το εύρημα, που παρουσιάζεται εισαγωγικά (ο φόνος). Ως είθισται, τα πράγματα σπάνια είναι αυτά που φαίνονται, και την ταυτότητα του πιθανού δολοφόνου φέρουν αρχικά περισσότερα πρόσωπα του ενός, τα οποία, μάλιστα, συνδέονται μέσα από σαφείς οδούς. Η πλοκή χτίζεται έτσι ώστε ο αναγνώστης να παρακολουθεί τα γεγονότα σε αληθινό χρόνο, μαθαίνοντας μαζί με τον ντέντεκτιβ τι συμβαίνει δηλαδή, ώστε να μπορεί τελικά ο αναγνώστης να ταυτιστεί με τον ντέντεκτιβ και να επιχειρήσει τη λύση του μυστηρίου. Και ο χρόνος και ο χώρος είναι συγκεκριμένα. Το αστυνομικό μυθιστόρημα είναι ένα παζλ που καλούνται να λύσουν ταυτόχρονα τρεις άνθρωποι: ο αναγνώστης, ο φανταστικός ήρωας και ο συγγραφέας.

Διαβάζοντας το Έγκλημα στο Κολωνάκι του Γιάννη Μαρή, διέκρινα όλες τις αρετές του αστυνομικού μυθιστορήματος, συνοδευμένες από την έκπληξη του τέλους στην αποκάλυψη του ενόχου. Αν το διαβάσετε έχοντας υπόψη τα μυθιστορήματα της Άγκαθα Κρίστι, θα κάνετε κι εσείς τη σύγκριση ανάμεσα στα γοτθικά, εσωστρεφή δράματα της τελευταίας, όπου όλα συμβαίνουν συνήθως εντός τεσσάρων τειχών, μια και οι βόρειοι λαοί περνούν περισσότερες ώρες κλεισμένοι στο φρούριο που είναι το σπίτι τους, και στην εξωστρεφή δράση και πλοκή του Μαρή, με τον αστυνόμο Μπέκα να ξεχύνεται στους δρόμους της Αθήνας, στη θάλασσα, και στα νησιά. Οπότε κρατήστε την Άγκαθα για τον χειμώνα, και αναζητήστε τον Μαρή όσο είναι καλοκαίρι!

Δεν υπάρχουν σχόλια: